Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

Βιολογικό ταχίνι μας κάνει καλό


100% αλεσμένο σουσάμι, το ταχίνι διατηρεί στο ακέραιο όλα τα ευεργετικά συστατικά του πολύτιμου αυτού σπόρου. Με άλλα λόγια, είναι ένα τρόφιμο φυτικής προέλευσης, το οποίο είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε πρωτεΐνη, αντιοξειδωτικές ουσίες αλλά και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, τα οποία είναι απαραίτητα στην καθημερινή διατροφή μας.


Λόγω των ιδιοτήτων που περιέχει το βιολογικό ταχίνι ολικής αλέσεως έχει χαρακτηριστεί ως υπέρ-τροφή. Χάρη στη σύστασή του και στα πλαίσια ενός ισορροπημένου διαιτολογίου, μπορεί να συμβάλλει στην πρόσληψη πρωτεΐνης, βιταμινών του συμπλέγματος Β, ασβεστίου, μαγνησίου, ψευδαργύρου, φωσφόρου και πολυακόρεστων λιπαρών οξέων. Προλαμβάνει την οστεοπόρωση, προστατεύει την καρδιά, ενισχύει τη λειτουργία του νευρικού συστήματος και οχυρώνει τον οργανισμό.

Το σουσάμι έχει πολλές θρεπτικές ιδιότητες, πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας και πολλές βιταμίνες (Β1, Β2, Ε, νιασίνη), ιδιαίτερα χρήσιμες για ευαίσθητες ηλικιακές ομάδες, όπως είναι τα παιδιά. Περιέχει 20% πρωτεΐνες, εύπεπτες, πλούσιες σε θειούχα αμινοξέα (μεθειονίνη, αργινίνη, λευκίνη, τρυπτοφάνη), τα οποία συνδυαζόμενα με τροφές που περιέχουν λυσίνη, αποκτούν μεγαλύτερη διατροφική αξία και συνεισφέρουν στην καλή υγεία πολλών οργάνων, όπως το συκώτι και τα νεφρά. Περιέχει επίσης υδατάνθρακες (20%) κυρίως με τη μορφή των φυτικών ινών, οι οποίες βοηθούν στην ομαλή λειτουργία του γαστρεντερικού συστήματος, καθώς και καλής ποιότητας λίπος (50%), κυρίως μονοακόρεστα ή πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (ω-6), που συμβάλλουν στη μείωση της χοληστερόλης.

Σε σύγκριση με άλλα γλυκά, όπως η σοκολάτα και τα παράγωγά της, το βιολογικό ταχίνι υπερτερεί διότι περιέχει ελάχιστα κορεσμένα λιπαρά.

Είναι πλούσιο σε ασβέστιο (για την πρόληψη της οστεοπόρωσης), σίδηρο (για τη σωματική και πνευματική ευεξία), κάλιο και ψευδάργυρο (για την αύξηση της άμυνας του οργανισμού), φώσφορο, μαγνήσιο (δρα καταπραϋντικά, ηρεμιστικά, μειώνει τους πονοκεφάλους και τις ημικρανίες), μαγγάνιο και σελήνιο (έχουν έντονη αντιοξειδωτική δράση, καθώς καταπολεμούν τις ρίζες), χαλκό (για τη μείωση των πόνων στις αρθρώσεις), ενώ είναι καλή πηγή φυτοστερολών και λιγνανών (σεσαμίνη, σεσαμολίνη) που δρουν αντιοξειδωτικά, αποτοξινωτικά και φαρμακευτικά (μειώνουν την χοληστερίνη και την υπέρταση) στον οργανισμό.

Η βιταμίνη Ε (που προστατεύει τον οργανισμό από τη γήρανση) και που περιέχεται σε μεγαλύτερο ποσοστό από το ελαιόλαδο, δρα προστατευτικά στον οργανισμό από τις φθορές που προκαλούν οι παραγόμενες ελεύθερες ρίζες και τα υποπροϊόντα μεταβολισμού. Διαθέτει επίσης αντικαρκινική δράση (Ca μαστού) και ανασταλτική σε χρόνιες παθήσεις (καρδιαγγειακές παθήσεις, καταρράκτη, διαβήτη, νόσο Αλτσχάιμερ, νόσο του Πάρκινσον). Τέλος,δεν περιέχει καθόλου χοληστερίνη.

Τα δεδομένα αυτά οδήγησαν το τμήμα Χημείας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης να προσδιορίσει τα ακριβή συστατικά του σουσαμιού και κατ’ επέκταση του ταχινιού και να αξιολογήσει τις δράσεις του. Η έρευνα αυτή κατέληξε σε πολύ σημαντικά συμπεράσματα. Αρχικά, πιστοποιήθηκε το γεγονός ότι το ταχίνι περιέχει σημαντικές ποσότητες λιγνάνων και φαινολικών ενώσεων με πολύ έντονη αντιοξειδωτική δράση. Το γεγονός αυτό επιτρέπει στον καταναλωτή να χρησιμοποιεί το ταχίνι ως πηγή ω λιπαρών οξέων, που αποδεδειγμένα συμβάλλουν στο καλύτερο έλεγχο της χοληστερίνης αίματος.

Βάση, λοιπόν, αυτών των πρόσφατων ευρημάτων θα πρέπει να θεωρήσουμε το βιολογικό ταχίνι ως ένα σημαντικό τρόφιμο υψηλής διατροφικής αξίας, που πρέπει να αποτελεί κομμάτι της καθημερινής διατροφής όλων, ως μέρος του πρωινού, των σνακ ή ακόμα και των κυρίως γευμάτων, στην προσπάθεια για μια πιο υγιεινή διατροφή.

Τρίτη 16 Μαΐου 2017

Μέλι βελανιδιάς


Έχει λίγο καιρό που μέλι βελανιδιάς έχει μπει στην καθημερινότητά μας. Χρειάστηκε να δημοσιοποιηθεί μια έρευνα, για να διαπιστώσουν όλοι ότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερο μέλι. Γευστικό και ωφέλιμο κερδίζει στα... σημεία ακόμη και το γνωστό σε όλο τον κόσμο μέλι μανούκα. Έχει λίγους μήνες που στην Ελλάδα γίνεται προσπάθεια ανάδειξης του μελιού. Ένα από τα μέλια που έχει ελληνική... πιστοποίηση αποτελεί το μέλι βελανιδιάς Έπαινος το οποίο γευστικά θεωρείται από τα καλύτερα του είδους.

Η Χρυσούλα Τανανάκη, Επίκουρη Καθηγήτρια κι επικεφαλής του Εργαστηρίου Μελισσοκομίας και Σηροτροφίας στο Τμήμα Γεωπονίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης του Τμήματος Γεωπονίας του ΑΠΘ μίλησε στο το 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο Επαγγελματικής Μελισσοκομίας που έγινε στην Αλεξανδρούπολη για την αντιοξειδωτική δράση του μελιού ενάντια στις ελεύθερες ρίζες οι οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν εκφυλισμό του κυττάρου και να δημιουργήσουν καρκινικούς όγκους. Ως ισχυρό διατροφικό αντιοξειδωτικό, το μέλι μπορεί να προλάβει ασθένειες. Η αντιβακτηριδιακή δράση του οφείλεται στο υπεροξείδιο του υδρογόνου που δημιουργείται από τη διάσπαση γλυκόζης που περιέχει.

Στο εργαστήριο του ΑΠΘ επέλεξαν, όπως εξήγησε, 48 δείγματα από πεύκο, βελανιδιά, ερείκη, καστανιά, manuka, το οποίο μάλιστα κατέκτησε την παγκόσμια αγορά διαφημιζόμενο για τη βιολογική του δράση. Στην εξέταση της αντιοξειδωτικής τους δράσης αναδείχθηκε ως ισχυρότερο το σκουρόχρωμο μέλι βελανιδιάς, ενώ ακολουθούν το έλατο, το ερείκη, η καστανιά και το πεύκο. Εντοπίστηκε επίσης ότι τα «φημισμένα» λόγω αρώματος μέλια από πορτοκάλι και θυμάρι είναι χαμηλά σε αντιοξειδωτική δράση.

Στην Ελλάδα το μέλι βελανιδιάς είναι γνωστό από τα παλιά. Το συγκεκριμένο μέλι αποτελεί μια από τις τρεις κατηγορίες παραγόμενου μελιού μελιτώματος στην Ελλάδα. Αρκετή ποσότητα δίνουν τα δάση που βρίσκονται στις οροσειρές Ροδόπης και Κερκίνης (Μπέλλες), στην Κεντρική και Νότια Πίνδο, στο Πήλιο και στην Κεντρική Πελοπόννησο (κυρίως στο δάσος της Φολόης). Φυσικά και στο εξωτερικό συναντούμε το μέλι, καθώς σημαντικές ποσότητες παράγουν η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ισπανία και η Ολλανδία. Από την άλλη ικανοποιητική, αλλά σαφώς μικρότερη παραγωγή έχουν άλλες χώρες της κεντρικής Ευρώπης και της Σκανδιναβίας.

Στην περίπτωση της βελανιδιάς δεν έχουμε παραγωγή μελιτωμάτων από ένα μελιτογόνο έντομο, όπως γίνεται με το πεύκο, αλλά οι αφίδες και τα κοκκοειδή που παρασιτούν είναι πολλά και διαφέρουν από είδος σε είδος και από περιοχή σε περιοχή. Η παραγωγή μελιού Βελανιδιάς δεν επιτυγχάνεται κάθε χρόνο. Στην Ελλάδα για παράδειγμα μεγάλες ποσότητες βελανιδιάς μπορούν να πάρουν οι μελισσοκόμοι κάθε πέντε χρόνια.

Το μέλι που παράγεται από τη βελανιδιά είναι σκούρου χρώματος (καφέ - μαύρο) και οι μελισσοκόμοι το χαρακτηρίζουν ως μέλι «μελούρα» ή μέλι από δέντρο. Οι αποδόσεις ανά κυψέλη ποικίλουν και μπορεί να φτάσουν σε μια καλή μελισσοκομική χρονιά πάνω από 35 κιλά ανά κυψέλη. Η διάρκεια συλλογής ξεκινά από τον Ιούνιο με μελιτώδεις εκκρίσεις φύλλων της βελανιδιάς και μπορεί να φτάσει έως τέλη Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου με μελιτώματα από τα βελανίδια.

Παλιότεροι οι μελισσοκόμοι δεν θεωρούσαν το μέλι βελανιδιάς ως “καλό”, καθώς οι Έλληνες θεωρούν και θεωρούσαν ως καλό μέλι τα ανοιχτόχρωμο. Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει, το μέλι βελανιδιάς έγινε in και θεωρείται από πολλούς επιτακτική ανάγκη λόγω της μεγάλης ζήτησης. Όσον αφορά τα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά διαπιστώθηκε ότι παρουσιάζει υψηλές τιμές ηλεκτρικής αγωγιμότητας, οξύτητας και διαστάσης. Το άθροισμα γλυκόζης και φρουκτόζης σε όλες τις περιπτώσεις ανταποκρίνεται στις νομοθετημένες απαιτήσεις των μελιών μελιτώματος. Χαρακτηριστικά χαμηλές είναι οι τιμές της χρωματικής παραμέτρου L με μέσο όρο 31,3 μονάδες CIE. Οι τιμές της παραμέτρου αυτής σχετίζονται με το κατά πόσο το μετρούμενο υλικό είναι μαύρο ή άσπρο, με το L να λαμβάνει αντίστοιχα τιμές 0 έως 100. Οι χαμηλές τιμές αυτής της παραμέτρου αντικατοπτρίζουν με μετρούμενες μονάδες το ιδιαίτερα σκούρο χρώμα του μελιού.

Σήμερα το μέλι βελανιδιάς Έπαινος είναι εξίσου αρεστό στους καταναλωτές, όπως και το μέλι θυμαριού. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε να κερδίσει γευστικά τους περισσότερους Έλληνες...

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

Νέα προϊόντα φέρνει στο ράφι η ΕΒΟΛ



Δύο νέα προϊόντα λανσάρει εδώ και λίγο χρονικό διάστημα η ΕΑΣ Βόλου και ήδη έχουν βρει ιδιαίτερη αποδοχή από το καταναλωτικό κοινό. Πρόκειται για ένα νέο τυρί και ένα νέο ελαφρύ πρόβειο γιαούρτι 2% που υπάρχουν στα περισσότερα ράφια των σούπερ μάρκετ σε πολύ χαμηλές τιμές!

Σε ό,τι αφορά το τυρί αυτό είναι… τρία σε ένα καθώς είναι μια μίξη πρόβειου, γίδινου και αγελαδινού γάλακτος που προσφέρουν μια πολύ ελαφριά αλλά και συγχρόνως νόστιμη και ανεπαίσθητα πικάντικη φέτα.

Σύμφωνα με τον Πρόεδρο της ΕΑΣ Βόλου Νικήτα Πρίντζο δεν περιέχει πολλά λιπαρά, από τις πρώτες μέρες της κυκλοφορίας του έτυχε ευρείας αποδοχής, ενώ ο ίδιος έλαβε πολύ θετικά και ενθαρρυντικά μηνύματα.


Η φέτα διατίθεται σε συσκευασίες 400γρ., 2 κιλών σε τάπερ, 4 κιλών, 8 και 16 κιλών και η τιμή του είναι ιδιαίτερα προσιτή και χαμηλή σε σχέση με τις υπόλοιπες φέτες, ενώ σε ό,τι αφορά το καινούργιο γιαούρτι αυτό είναι πρόβειο και ελαφρύ με μόλις 2% λιπαρά, ενώ και αυτό έχει γίνει πολύ αγαπητό στους καταναλωτές.

«Προσπαθούμε να μην επαναπαυόμαστε και να προσφέρουμε στον κόσμο καινούργια προϊόντα πάντα με την ποιότητα και τις χαμηλές τιμές που χαρακτηρίζουν την ΕΒΟΛ» σημειώνει ο Νικήτας Πρίντζος, ο οποίος δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στο μεγάλο έργο που υλοποιεί η ΕΑΣ Βόλου σχετικά με την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών πάρκων που αυτή την στιγμή ήδη ολοκληρώθηκε και συνδέθηκε με την ΔΕΗ αυτό στις στέγες της γαλακτοβιομηχανίας, ενώ μέσα στον ερχόμενο μήνα ξεκινά η κατασκευή άλλων 6 ισχύος 100Κw το κάθε ένα σε εκτάσεις στο Στεφανοβίκειο, τον Άγιο Δημήτριο και τον Άγιο Γεώργιο.

Τετάρτη 18 Απριλίου 2012

Μέλι Ελάτης Μαινάλου Βανίλιας ένα ξεχωριστό ΠΟΠ προϊόν με πολλές ιδιαιτερότητες



Το μέλι Ελάτης Μαινάλου Βανίλιας προέρχεται από το μαύρο έλατο του όρους Μαινάλου στην Αρκαδία και είναι ένα ονομαστό προϊόν για τη γεύση του και την μικρή συγκέντρωσή του σε σάκχαρα. Είναι το μοναδικό ελληνικό μέλι με Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (ΠΟΠ) και πήρε χρυσό βραβείο στο Παρίσι στην έκθεση τροφίμων το 1996. Είναι από τις πολύ σπάνιες κατηγορίες μελιού, ίσως η πιο σπάνια παγκοσμίως, με φανταστική γεύση και άρωμα. Τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζει είναι οι αυξομειώσεις στην παραγωγή και οι περιοχές που ανήκουν στην οριοθετημένη ζώνη που υπάρχει στον φάκελο ΠΟΠ. Η γεύση του θυμίζει καραμέλα ή βανίλια. Ο χαρακτηρισμός του σαν ΠΟΠ καταχωρήθηκε από την ΕΕ το 1996 (L 163/2.7.1996). Παράγεται από τα μέσα Μαΐου μέχρι το τέλος Ιουνίου. Το μέλι αυτό δεν συλλέγεται από τα άνθη αλλά από ένα μελίτωμα (ρητίνη) που παράγει ένα έντομο (Physokermes hemicryphus) στον κορμό του μαύρου ελάτου. Έχει λιγότερη υγρασία από όλα τα υπόλοιπα μέλια και δεν ζαχαρώνει ποτέ επειδή έχει υψηλό pΗ. Η συγκέντρωσή του σε σάκχαρα είναι μικρότερη από τα άλλα μέλια (π.χ. ανθέων ή θυμαρίσιο). Στο συγκεκριμένο μέλι παρατηρείται το άθροισμα της γλυκόζης και φρουκτόζης να είναι από 36% και άνω.

Το μέλι ξεχωρίζει αμέσως, από το κεχριμπαρένιο-περλέ χρώμα του με τις μεταλλικές ανταύγειες που δημιουργούνται στο εσωτερικό του να το εμφανίζουν ανοιχτόχρωμο και αδιαφανές ενώ, την ήπια γλυκιά, χαρακτηριστική και επίμονη γεύση του (θυμίζει καραμέλα βουτύρου ή βανίλια) σε συνδυασμό με την πυκνόρρευστη υφή του, συνοδεύει μια ευχάριστη διακριτική ρητινώδεις οσμή. Η εξαγωγή του μελιού είναι εξαιρετικά δύσκολη και δαπανηρή. Για το λόγο αυτό η παραγωγή του είναι πολύ μικρή και λίγοι μελισσοκόμοι της περιοχής ασχολούνται με αυτή.

Παράγεται σε οριοθετημένη περιοχή του Μαινάλου, κυρίως στην περιοχή γύρω από την Αλωνίσταινα και τη Βυτίνα. Όμως ο φάκελος που οριοθετεί την περιοχή χρειάζεται κάποιες γεωγραφικές διορθώσεις, αφού έχουν δημιουργηθεί κάποια προβλήματα (όπως π.χ. ο οικισμός Κάψια που είναι στους πρόποδες του βορειοανατολικού Μαινάλου είναι μέσα στην οριοθετημένη περιοχή, στη συνέχεια το Λεβίδι δεν είναι και ακολουθεί η Βλαχέρνα που είναι). Υπάρχουν τρία συσκευαστήρια στη ζώνη που τυποποιούν το μέλι ΠΟΠ. Το παλαιότερο ανήκει στον κ. Θεόδωρο Μαραγκό, στη Βυτίνα, που είναι από τους πρωτεργάτες της διαδικασίας για τον χαρακτηρισμό του συγκεκριμένου μελιού σαν ΠΟΠ.

Περιγραφή μεθόδου παραγωγής
Κατά την έναρξη της δραστηριότητας του εντόμου εκκρίνεται η λεγόμενη «βανίλια» μια πολύ πηχτή και θολή γλυκιά ουσία. Οι μέλισσες τη μαζεύουν σα τρελές και αφού την επεξεργαστούν την αποθηκεύουν. Στη συνέχεια εκκρίνεται το γνωστό ελατόμελο. Οι κηρήθρες από την κυψέλη μεταφέρονται στην αποθήκη-εργαστήριο όπου απολεπίζονται και τοποθετούνται στο μελιτοεξαγωγέα. Είναι τόσο πηχτή η βανίλια, ώστε αν καθυστερήσει ο μελισσοκόμος να τρυγήσει τις κερήθρες του περισσότερο από μια εβδομάδα, τότε αυτή σχεδόν στερεοποιείται και δεν βγαίνει στον μελιτοεξαγωγέα. Με τη βοήθεια της φυγοκέντρου δύναμης και μόνο απελευθερώνεται το μέλι, το οποίο φιλτράρεται σε απλά φίλτρα σίτας και τοποθετείται σε ανοξείδωτα στοιχεία. Στη συνέχεια τυποποιείται και προσφέρεται στην κατανάλωση.

Η παραγωγή του, όπως προαναφέραμε, δεν είναι σταθερή κάθε έτος. Πέρσι υπήρξε μια απώλεια της τάξης του 80% όμως και πρόπερσι είχαμε μείωση της τάξης 50 – 60%. Οι διακυμάνσεις της παραγωγής είναι αρνητικές για κάποιον επαγγελματία μελισσοκόμο. Μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει καμιά επίσημη μελέτη για το που οφείλεται αυτό το φαινόμενο. Πολλοί μελισσοκόμοι υποστηρίζουν ότι οι μειώσεις της παραγωγής οφείλονται στις καιρικές συνθήκες. Πάντως η έλλειψη επίσημης καταγραφής της ετήσιας παραγωγής δημιουργεί προβλήματα στις αποζημιώσεις των παραγωγών από τον ΕΛΓΑ.

Παραγωγή του μελιτώματος πάνω στα έλατα έχουμε κάθε χρόνο από τις 21 Μαΐου μέχρι 20 Ιουλίου. Εκείνη την περίοδο πάνε οι μελισσοκόμοι και παίρνουν την παραγωγή τους. Αν σε εκείνη την περίοδο έχει βροχές ή άλλες αντίξοες καιρικές συνθήκες, τότε υπάρχει μείωση της παραγωγής. Αυτό σημαίνει ότι είναι δύσκολο για έναν επαγγελματία να ασχοληθεί μόνο με το μέλι από έλατο. Στο 2009 και το 2008, που υπήρχε μεγάλη παραγωγή, ο μελισσοκόμος το πουλούσε στον έμπορα στα 4,80 - 5 ευρώ το κιλό. Στη λιανική κυμαινόταν στα 7,5 ευρώ το κιλό. Φέτος όμως που είχαμε μειωμένη παραγωγή η τιμή λιανικής έφτασε και 9 – 16 ευρώ το κιλό.

Διαρκής διαδικτυακή έκθεση παραδοσιακών τροφίμων OnlineExpo.gr

πηγή: agrotypos.gr

Από τις Πρέσπες στο εξωτερικό τα Φασόλια του ΑΣ «Πελεκάνος»



Με εμπορικές συμφωνίες για εξαγωγή ποιοτικού συνεταιριστικού φασολιού στο εξωτερικό απάντά στην κρίση ο Αγροτικός Συνεταιρισμός «Πελεκάνος».

Τα πρώτα φορτία «φεύγουν» για ΗΠΑ και Αυστραλία περί τα τέλη Ιουνίου εκτιμά μιλώντας στο paseges.gr ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού, κ. Νίκος Στεργίου.

Οι ποσότητες των δυο συμφωνίων δεν έχουν ακόμη καθοριστεί επακριβώς, δεδομένου ότι η σαιζόν για τα φασόλια βαίνει στο τέλος της. Ωστόσο όπως εξηγεί ο κ. Στεργίου, την επόμενη χρονιά θα ρίξουμε ιδιαίτερο βάρος στις εξαγωγές και οι ποσότητες που θα εξάγουμε θα είναι μεγαλύτερες σε σχέση με το 2011.

Αναφορικά με την εσωτερική αγορά, ο κ. Στεργίου θεωρεί καλή εμπορικά χρονιά το 2012, γεγονός που όπως αναφέρει είχε αντίκρυσμα και στον παραγωγό: «Οι τιμές που εισέπραξε ο αγρότης σε σύγκριση με το 2011 ήταν υψηλότερες κατά 13,14 λεπτά του ευρώ, αφού πέρσι δεν ξεπέρασαν τα 3 ευρώ».

Ο πρόεδρος του Συνεταιρισμού δεν έκρυψε μάλιστα την αισιοδοξία του για το μέλλον, τονίζοντας ότι «έχει αρχίσει και απόδίδει η σκληρή δουλειά που κάναμε όλα αυτά τα χρόνια».

Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Πρέσπα κάθε χρόνο καλλιεργούνται περίπου 10.000 στρέμματα φασόλια των παραπάνω ποικιλιών, τα οποία ποτίζονται με επιφανειακή άρδευση, από το αρδευτικό δίκτυο που κατασκευάστηκε το έτος 1967.

Ο βασικός κορμός των καλλιεργούμενων εκτάσεων βρίσκεται στην παραλίμνια ζώνη που οριοθετείται από τον επαρχιακό δρόμο και τη Μικρή Πρέσπα και εκτείνεται από τη Μικρολίμνη μέχρι τις όχθες της Μεγάλης Πρέσπας και το Λαιμό. Επίσης, κάποιες εκτάσεις καλλιεργούνται προς την πλευρά της Πύλης, μεταξύ του οικισμού και της Μικρής Πρέσπας.

Η καλλιέργεια του φασολιού στην περιοχή των Πρεσπών, αποτελεί παραδοσιακά καλλιεργούμενο φυτικό είδος.

Ακριβή στοιχεία για το πότε ακριβώς άρχισε η καλλιέργεια του φασολιού στην Πρέσπα δεν υπάρχουν, αναφέρεται όμως ότι πληθυσμός φασολιού με την επωνυμία «πλακί» ή «πλακέ» εισήχθη στην περιοχή την δεκαετία του 1920 και καλλιεργήθηκε συστηματικά σε κοιλάδες και δροσερά μικροκλίματα, ενώ υπάρχουν ταξιδιωτικά κείμενα που ανάγονται στη δεκαετία του 1930 και του 1940 και βεβαιώνουν πως η καλλιέργεια του φασολιού στη περιοχή των Πρεσπών ήταν ιδιαίτερα αναπτυγμένη από τότε. Μετά τη λειτουργία του αρδευτικού δικτύου, που ολοκληρώθηκε το 1967, οι καλλιέργειες μετατοπίστηκαν στις παραλίμνιες περιοχές της Μικρής Πρέσπας.

Τα φασόλια Πρεσπών αποτελούν παραδοσιακό προϊόν της περιοχής. Είναι ιδιαίτερα θρεπτικά, ενώ ξεχωρίζουν για την ποιότητά τους που οφείλεται στον τόπο αλλά και στον τρόπο παραγωγής τους. Έχουν χαρακτηριστεί ως Προϊόν Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης(Π.Γ.Ε). Επιπλέον, η καλλιέργεια των φασολιών των Πρεσπών έχει ενταχθεί στο Σύστημα Ολοκληρωμένης Διαχείρισης. Με το Σύστημα Ολοκληρωμένης Διαχείρισης τα φασόλια Πρεσπών καλλιεργούνται ακολουθώντας ένα σύστημα σύγχρονης γεωργικής πρακτικής με σεβασμό στο περιβάλλον έτσι ώστε να παράγονται προϊόντα ποιοτικά και ασφαλή, τόσο για το περιβάλλον όσο και για τους παραγωγούς και τους καταναλωτές των φασολιών Πρεσπών.

Τα συγκεκριμένα φασόλια μπορεί μεταξύ άλλων να βρει ο καταναλωτής στα ράφια των σούπερ μάρκετς ΕΠΙΛΟΓΗ και σε επιλεγμένα καταστήμα διατροφής.

Διαρκής διαδικτυακή εξειδικευμένη έκθεση τροφίμων OnlineExpo.gr

πηγή: paseges.gr

Καλή χρονιά το 2011 για τις εξαγωγές μήλων



Με διψήφιο νούμερο, που φέρει θετικό πρόσημο, της τάξης του 11% έκλεισαν οι ελληνικές εξαγωγές μήλων το 2011. Γεγονός αξιοσημείωτο καθώς παρουσιάστηκαν έντονες διακυμάνσεις στις διεθνείς αγορές, που οδήγησαν σε μικρή απώλεια εξαγόμενων ποσοτήτων, οι οποίες όμως αντισταθμίστηκαν με καλύτερες αποδόσεις τιμών.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία, που συγκέντρωσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή και τα επεξεργάστηκε το τμήμα στατιστικής του Ελληνικού Οργανισμού Εξαγωγικού Εμπορίου, κατά την διάρκεια του 2011 έχουν εξαχθεί από την χώρα μας 37.640,96 τόνοι μήλων, αξίας 17.979,69 χιλιάδων ευρώ, έναντι 42.668,76 τόνων που εξήχθησαν το 2010 και απέφεραν αξία 16.198,38 χιλιάδων ευρώ, με την μεταβολή να διαμορφώνεται στο εν λόγω θετικό ποσοστό.

Πιο αναλυτικά, οι εν λόγω εξαγωγές αφορούν τις αγορές φρούτων 35 χωρών, τόσο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και εκτός, οι οποίες είναι απλωμένες σε τέσσερεις ηπείρους, δηλαδή σε Ευρώπη, Ασία, Αφρική, και Νότια Αμερική.

Ο κύριος όγκος των εξαγωγών κατευθύνθηκε σε πέντε χώρες οι οποίες απορρόφησαν το 77,52% των εξαγόμενων ποσοτήτων, με κορυφαία την Τουρκία η οποία συγκέντρωσε το 28,44% των φετινών εξαγωγών μας σε μήλα, παρουσιάζοντας άνοδο της τάξης του 5,76% σε σχέση με το 2010 που συγκέντρωσε το 29,84 % των εξαγωγών μας. Επόμενη χώρα προορισμός είναι η Αίγυπτος, με 20,74% των εξαγωγών μήλων του 2011, σημειώνοντας τριψήφια θετική μεταβολή της τάξης του 659,47% σε σχέση με το 2010 που απορρόφησε μόλις το 3,03% των εξαγωγών μας. Ακολουθεί η Ρωσία με 11,70% των εξαγωγών μήλων του 2011 και αρνητική μεταβολή – 9,51% σε σχέση με το 2010 που απορρόφησε το 14,35% των εξαγωγών. Σειρά έχει η Αλβανία με το 9,05% των εξαγωγών του 2011 και αρνητική μεταβολή -50,19% σε σχέση με το 2010 που απορρόφησε το 20,18% των εξαγόμενων μήλων. Η πεντάδα κλείνει με την Βουλγαρία, η οποία το 2011 απορρόφησε το 7,59% των εξαγωγών μας και βελτίωσε το ποσοστό του 7,53% του 2010, σημειώνοντας θετική μεταβολή 11,75%.

Πέμπτη 12 Απριλίου 2012

«Μοντέρνες» καλλιέργειες για ανήσυχους νέους αγρότες


Ποια αγροτικά προϊόντα... υπόσχονται καλύτερες ημέρες


Με ένα-ενάμισι εκατομμύριο νέους, στην πλειονότητά τους υψηλού μορφωτικού επιπέδου, να θέλουν να εγκαταλείψουν τα μεγάλα αστικά κέντρα, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης έχει... φούριες. Μελέτες που υλοποίησαν οι υπηρεσίες του για πρωτοποριακές καλλιέργειες (τρούφας, στέβιας, αλόης, χουρμαδιάς, μάνγκο κ.ά.) και την προσαρμογή τους στην ελληνική γη καταδεικνύουν ότι είναι εφικτή η εξέλιξη της ελληνικής υπαίθρου και γεωργίας εν καιρώ κρίσης.
Παράλληλα ενισχύονται, υποστηρίζονται και προωθούνται γνωστές ιστορικές καλλιέργειες και παραγωγές, υποτιμημένες σήμερα αλλά πολύτιμες και πολλά υποσχόμενες, οι οποίες μπορούν να προσφέρουν αναπτυξιακές προοπτικές στην αγροτική οικονομία. Τέτοιες είναι οι θαλασσοκαλλιέργειες (π.χ., χταποδιού, μυδιών κ.ά.), η παραγωγή μελιού, κρεάτων και παραδοσιακών τυροκομικών και οι καλλιέργειες ελαιολάδου, σταφυλιού, κρασιού και οπωροκηπευτικών. Η πανελλαδική έρευνα που διεξήχθη στις αρχές Μαρτίου για λογαριασμό του οργανισμού ΕΛΓΟ «Δήμητρα» έδειξε ότι οι νέοι που επιθυμούν να εγκατασταθούν στην επαρχία ενδιαφέρονται για την παραγωγή παραδοσιακών ειδών αλλά και πιο... εξεζητημένων και σύγχρονων εναλλακτικών καλλιεργειών. Στόχος του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης είναι η δημιουργία των προϋποθέσεων επιστροφής στην αγροτική ανάπτυξη και παραγωγή και ο απεγκλωβισμός των αγροτών από την ομηρεία των κρατικών επιδοτήσεων.
Η ίδια ύπαιθρος που τις δεκαετίες του 1950, του 1960 και του 1970 «έσπρωξε» τους νέους προς τις πόλεις στους χαλεπούς καιρούς που διανύουμε ελκύει επτά στους δέκα Ελληνες, όπως έδειξε η έρευνα του ΕΛΓΟ «Δήμητρα». Νέοι με ακαδημαϊκή μόρφωση βλέπουν σήμερα την επαρχία ως Γη της Επαγγελίας η οποία θα τους προσφέρει μια καλύτερη, πιο «χαλαρή» ζωή. Θέλουν να καινοτομήσουν στην επιχειρηματικότητα και σε αυτό το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης επιχειρεί να προσφέρει χείρα βοηθείας.
Για την προώθηση ιστορικών αλλά και καινοτόμων καλλιεργειών δημιούργησε έναν «μπούσουλα» με πληροφορίες και συμβουλές για την εξασφάλιση ικανοποιητικών ή και υψηλών σε ορισμένες περιπτώσεις εισοδημάτων για τους έλληνες παραγωγούς. Συνολικά το τελευταίο οκτάμηνο μελετήθηκαν 42 παραδοσιακές και νέες καλλιέργειες: 22 αρωματικά είδη, 6 δενδρώδη, 10 υποτροπικά και τέσσερα άλλα είδη (αλόη, στέβια, τρούφα και μανιτάρια).

Διανομή γης και υποδομές
Για όσους δεν διαθέτουν αγροτική γη η διανομή αγροτεμαχίων σε νέους αγρότες και ανέργους έχει ήδη ξεκινήσει. Ως σήμερα έχουν γίνει 3.596 αιτήσεις και έχουν αναρτηθεί 2.176 αγροτεμάχια.
Ωστόσο για την αξιοποίηση των προϊόντων που θα προκύψουν από τις νέες καλλιέργειες κρίνεται αναγκαία η δημιουργία αντίστοιχων υποδομών, όπως εργοστάσια αποξήρανσης, τυποποίησης και συσκευασίας, εξαγωγής αιθέριων ελαίων, επεξεργασίας στέβιας και ιπποφαούς κτλ.
Στόχος του υπουργείου είναι η προβολή και η προώθηση ελληνικών ποιοτικών προϊόντων, κυρίως στο εξωτερικό, μέσω των περιφερειών, αφού το κόστος συμμετοχής σε διεθνείς εκθέσεις είναι αφόρητο για τους αγρότες. Ως μοχλός ανάπτυξης της τοπικής οικονομίας θα χρησιμοποιηθεί και ένα νέο εργαλείο, το «Καλάθι Αγροτικών Προϊόντων», το οποίο περιλαμβάνει τα πιο ποιοτικά προϊόντα κάθε περιφέρειας.

300.000 θέσεις απασχόλησης σε μια τετραετία
«Αυτόν τον καιρό βρίσκεται σε εξέλιξη μια δραματική αντιστροφή των δεδομένων στην ελληνική κοινωνία. Το κύμα αστυφιλίας των προηγούμενων δεκαετιών αντιστρέφεται. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι ξεκινούν τη διαδικασία επιστροφής ή μετάβασης στην ύπαιθρο χώρα αναζητώντας καλύτερες συνθήκες ζωής και ασφάλειας» λέει ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Κώστας Σκανδαλίδης αναφερόμενος στα αποτελέσματα της έρευνας «Επιστροφή στην ύπαιθρο - Εργασία και ποιότητα ζωής».
«Νέα παιδιά μορφωμένα, συνειδητοποιημένα, στρέφονται στον αγροτικό τομέα και έρχονται να συναντήσουν τον στόχο μιας εθνικής στρατηγικής για την παραγωγική ανασυγκρότηση του τόπου» επισημαίνει ο υπουργός.
Οπως τονίζει το υπουργείο, τα εξοπλίζει με οικονομικά και καλλιεργητικά κίνητρα, με γη, με τεχνογνωσία, καλλιεργητικά πλάνα σε κάθε περιφέρεια και ενισχύει την προσπάθειά τους. «Παράλληλα μελετήσαμε και παρουσιάζουμε όλο το σύστημα παραγωγής, από το χωράφι ως το ράφι, τόσο για την καλλιέργεια των ιστορικών προϊόντων και τροφίμων όσο και για δεκάδες νέες δυναμικές καλλιέργειες» σημειώνει ο κ. Σκανδαλίδης.
«Δίνουμε τη δυνατότητα άμεσης πρόσβασης στην ενημέρωση, στην πληροφορία, στην έρευνα, στην κατάρτιση, στην πιστοποίηση» προσθέτει ο υπουργός. «Η ελληνική γεωργία για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες ξαναγίνεται συγκριτικό πλεονέκτημα, μοχλός εξόδου της χώρας από την κρίση και θεμέλιο της νέας ανάπτυξης. Τουλάχιστον 300.000 θέσεις απασχόλησης μπορούν να καλυφθούν την επόμενη τετραετία στον αγροτικό τομέα».

Ιπποφαές: Για δύναμη και υγεία

Τα φύλλα και οι καρποί του καταναλώνονταν από τα άρρωστα και τραυματισμένα άλογα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ετσι γινόταν γρηγορότερα η ανάρρωση και αποκτούσαν περισσότερη δύναμη. Οι καρποί του είναι πλούσιοι σε υδατάνθρακες, πρωτεΐνες, οργανικά οξέα, αμινοξέα, βιταμίνες και μέταλλα ενώ αποτελούν σημαντική πηγή φλαβονοειδών.
Σήμερα ο καρπός του χρησιμοποιείται συνήθως σε μαρμελάδες, χυμούς, συντηρητικά, κομπόστες και αφεψήματα. Τα αιθέρια έλαια των σπόρων αποτελούν πολύτιμο προϊόν για την παρασκευή φαρμακευτικών σκευασμάτων. Χρησιμοποιείται επίσης για τη βελτίωση της γονιμότητας υποβαθμισμένων εδαφών.
Στην Ελλάδα τα τελευταία δύο χρόνια γίνονται κάποιες μεμονωμένες προσπάθειες καλλιέργειας ιπποφαούς σε Κοζάνη, Πέλλα, Κρήτη και Φθιώτιδα. Η πρώτη παραγωγή αναμένεται στο τέλος του 2012.

Πλεονεκτήματα: Το φυτό παραμένει παραγωγικό για 30 έτη. Μπορεί να αντέξει σε μεγάλο θερμοκρασιακό εύρος (από -43 ως 40°C). Δεν έχει μεγάλες απαιτήσεις σε νερό - πρέπει να εξασφαλίζεται ελάχιστο ύψος βροχής (400 χιλιοστά τον χρόνο). Ενισχύεται οικονομικά από διάφορα προγράμματα.
Μειονεκτήματα: Απαιτούνται τέσσερα-πέντε έτη από τη βλάστηση ως την έναρξη της καρποφορίας. Ενδείκνυται λίπανση (κυρίως σε άγονα εδάφη) και καταστροφή ζιζανίων με χημικά ή χειρωνακτικά πριν από την εγκατάσταση της καλλιέργειας. Ποντίκια, αρουραίοι και άλλα ζώα μπορεί να δημιουργήσουν προβλήματα.

Στέβια: Αντί για... ζάχαρη

Η στέβια χρησιμοποιείται ως γλυκαντικό για περισσότερο από 400 χρόνια. Το εκχύλισμα των φύλλων της είναι 300 φορές πιο γλυκό από τη ζάχαρη, έχει μηδενική θερμιδική αξία και γι' αυτό αποτελεί συστατικό αναψυκτικών τύπου light. Παρασκευάσματα στέβιας χρησιμοποιούνται επίσης ως γλυκαντικές ουσίες σε τρόφιμα και ροφήματα και το ίδιο το φυτό σε σαλάτες ή για την παρασκευή αφεψήματος.
Πρόκειται για αυτοφυές φυτό της Παραγουάης και της Βραζιλίας, αν και πλέον η Κίνα αποτελεί τον μεγαλύτερο καλλιεργητή στέβιας στον κόσμο.
Οσον αφορά την καλλιέργειά της στην Ελλάδα, προκειμένου να επιτυγχάνονται υψηλότερες αποδόσεις, είναι απαραίτητη η συχνή και επιφανειακή άρδευση. Από έρευνες που έγιναν στην Ελλάδα διαπιστώθηκε ότι η απόδοση της αρδευόμενης καλλιέργειας σε ξηρά φύλλα μπορεί να φτάσει και τα 600 κιλά ανά στρέμμα. Πάντως πειράματα έδειξαν ότι σε γενικές γραμμές αποδίδει πάνω από 200 κιλά ανά στρέμμα σε ξηρά φύλλα σε διάφορες περιοχές της χώρας, απόδοση η οποία θεωρείται το όριο για να είναι οικονομικά βιώσιμη η καλλιέργεια.

Πλεονεκτήματα: Οι προσβολές από έντομα - εκτός των σκουληκιών - είναι ελάχιστες• δεν απαιτείται μεγάλη χρήση φυτοπροστατευτικών ουσιών. Εναλλακτική λύση στις καπνοπαραγωγικές περιοχές της Ελλάδας - απαιτεί παρόμοιους χειρισμούς με την καλλιέργεια του καπνού. Διερευνάται η δυνατότητα ένταξης της καλλιέργειας σε προγράμματα του Β' πυλώνα του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης για τη νέα προγραμματική περίοδο (από το 2014).

Μειονεκτήματα: Μπορεί να δημιουργηθούν προβλήματα με μύκητες, παγετούς και δυνατούς ανέμους. Ζημιές μπορεί να επιφέρουν διάφορα είδη ζώων όπως οι λαγοί. Εκκρεμεί ο καθορισμός των κριτηρίων καθαρότητας των γλυκαντικών στέβιας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή - αναμένεται εντός του 2012. Η χρήση με τη μορφή αποξηραμένων φύλλων δεν έχει ακόμη εγκριθεί.

Τρούφα: Ενα γαστρονομικό προϊόν

Αυτό το εδώδιμο μανιτάρι ήταν γνωστό στην Αρχαία Ελλάδα με την ονομασία «ύδνον». Οι τρούφες αναπτύσσονται μέσα στο έδαφος, σε βάθος 8-15 εκατοστών και «συμβιώνουν» με ρίζες δασικών δέντρων.
Η καλλιέργεια τρούφας είναι ιδιόμορφη καθώς απαιτείται η φύτευση κατάλληλων ειδών δέντρων (δρυς, αριά, φουντουκιά, φλαμουριά κ.ά.) «μολυσμένων» με συγκεκριμένο είδος μύκητα. Για την Ελλάδα συστήνεται η καλλιέργεια μαύρης τρούφας, ενώ δεν ενθαρρύνεται η καλλιέργεια της λευκής, η οποία είναι απαιτητική, ελάχιστα ανταγωνιστική, αβέβαιη αλλά ιδιαίτερα ακριβή.
Κατάλληλες περιοχές για καλλιέργεια μαύρης τρούφας είναι τα δρυοδάση. Στη Βόρεια Ελλάδα πρέπει να βρίσκονται σε υψόμετρο 300-700 μέτρων, στην Κεντρική Ελλάδα 400-800 μέτρων, στην Πελοπόννησο και στην Κρήτη 500-1.000 μέτρων. Η συλλογή της γίνεται από εκπαιδευμένους σκύλους. Η μέση ετήσια απόδοση μιας σωστά εγκατεστημένης φυτείας σύμφωνα με στοιχεία του ΕΛΓΟ «Δήμητρα» ανέρχεται σε 1.000 ευρώ ανά στρέμμα. Για την προφύλαξη της τρούφας από ζώα απαιτείται περίφραξη.

Πλεονεκτήματα: Καλλιέργεια σχετικά εύκολη, δεν απαιτεί ιδιαίτερες τεχνικές και φροντίδα.
Χρήση λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων δεν επιτρέπεται. Δεν αντιμετωπίζει προβλήματα διάθεσης. Δεν απαιτεί μηχανολογικό εξοπλισμό, έχει ελάχιστο κόστος καλλιέργειας. Η καλλιέργεια μανιταριών ενισχύεται, υπό προϋποθέσεις, οικονομικά μέσω των οργανώσεων παραγωγών που καλλιεργούν μανιτάρια. Οι αιτήσεις υποβάλλονται στις Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής ως τις 15 Σεπτεμβρίου κάθε έτος. Ενισχύονται επίσης και επιχειρήσεις μεταποίησης και εμπορίας.

Μειονεκτήματα: Απαιτείται εδαφολογική ανάλυση για την καταλληλότητα του εδάφους. Απαραίτητη η άρδευση για την επίτευξη υψηλών αποδόσεων. Η έναρξη καρποφορίας ξεκινά ύστερα από αρκετά χρόνια. Οι δρύες αρχίζουν να παράγουν τρούφες μετά το όγδοο έτος ενώ η φουντουκιά και η φλαμουριά μετά το πέμπτο. Είναι ελάχιστος ο χρόνος συντήρησης του νωπού προϊόντος. Είναι υψηλό το κόστος αγοράς δενδρυλλίων, περίφραξης και σκύλων ενώ απαιτούνται μεγάλα αγροτεμάχια.

Αλόη: Η... αθάνατη

Το φυτό της... αθανασίας, το ελιξίριο ομορφιάς και υγείας της Κλεοπάτρας και της Νεφερτίτης, η αλόη, είναι βραδείας ανάπτυξης και φτάνει ως το 1,60 μ. Για να φτάσει στο στάδιο της ωρίμασης απαιτείται μία περίοδος 4-5 ετών και παραμένει παραγωγική για 3 με 9 έτη. Κατά τη διάρκεια της ζωής της (12 έτη) μπορεί να παραγάγει περισσότερα από 80 φύλλα.
Ο ετήσιος κύκλος εργασιών των προϊόντων νωπής γέλης αλόης, σε παγκόσμιο επίπεδο, για το 2004 ανήλθε στα 125 εκατ. δολάρια. Στην Ελλάδα η καλλιέργειά της ξεκίνησε τα τελευταία χρόνια και γίνεται σε έκταση 150 στρεμμάτων στον Τσούτσουρα του Ηρακλείου Κρήτης. Με μία μέση πυκνότητα 5.000 φυτών ανά στρέμμα και μέσο νωπό βάρος ανά φύλλο 0,2 κιλά, οι αποδόσεις ανέρχονται στους 18 τόνους ανά στρέμμα.

Πλεονεκτήματα: Μπορεί να αναπτυχθεί σε πολλούς τύπους εδαφών. Συνήθως δεν απαιτείται να χρησιμοποιηθούν χημικά λιπάσματα ούτε φυτοφάρμακα, διότι η σκληρή και παχιά επιδερμίδα των φύλλων της αποτελεί σημαντική φυσική άμυνα. Είναι ανθεκτική σε συνθήκες ξηρασίας, ωστόσο η δυνατότητα άρδευσης βελτιώνει την απόδοσή της. Αποτελεί εναλλακτική λύση σε περιοχές με ξηροθερμικές συνθήκες. Η αλόη έχει πολλαπλές ιδιότητες οι οποίες αξιοποιούνται τόσο στη φαρμοκοβιομηχανία όσο και στη βιομηχανία καλλυντικών.
Οι καλλιέργειες αλόης μπορούν να ενισχυθούν οικονομικά μέσω των Οργανώσεων Παραγωγών που καλλιεργούν ορισμένα εκ των φαρμακευτικών - αρωματικών φυτών μέσω του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης. Επίσης οικονομική ενίσχυση προβλέπεται για επενδύσεις στη μεταποίηση και εμπορία αλόης, όπως και για βιοκαλλιέργειες αλόης.

Μειονεκτήματα: Δεν είναι πολύ ανθεκτική σε χαμηλές θερμοκρασίες, αν και μπορεί να αντέξει ως -3°C με μικρές απώλειες. Ιδανική θερμοκρασία 20°C-25°C.
Προβλήματα μπορεί να δημιουργήσουν ορισμένα βακτήρια που προκαλούν σήψη, όπως και οι μύκητες, ο παγετός, οι δυνατοί άνεμοι και τα τρωκτικά. Η συγκομιδή ξεκινά περίπου τρία χρόνια μετά τη φύτευση και συνεχίζεται για περίπου επτά χρόνια. Η συγκομιδή των φύλλων γίνεται χειρωνακτικά. Απαιτεί μεγάλη αρχική επένδυση σε εξοπλισμό.

Αρώνια: Η βιταμινούχος

Η αρώνια είναι ένα πολύτιμο φαρμακευτικό είδος. Στη Λιθουανία μάλιστα παράγεται κρασί από τους καρπούς της, το οποίο ονομάζεται Aronijos, και συνιστάται για πρόληψη από καρδιοπάθειες. Ο καρπός της μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σε μαρμελάδες, χυμούς, σιρόπια, λικέρ αλλά και στη φαρμακοβιομηχανία διότι περιέχει πολλές βιταμίνες, ιχνοστοιχεία, πολυφαινόλες (πενταπλάσιες των σταφυλιών) και πολλά άλλα πολύτιμα στοιχεία. Ο ρώσος αστροναύτης Γιούρι Γκαγκάριν χρησιμοποίησε σκευάσματα αρώνιας για την προστασία από την ακτινοβολία. Σε διεθνές επίπεδο οι εκτάσεις που καλλιεργούνται με αρώνια είναι ελάχιστες, αν και η ζήτηση ολοένα αυξάνεται. Το είδος μπορεί να καλλιεργηθεί σε όλες τις περιοχές της χώρας εκτός από τις εξαιρετικά θερμές (με συχνούς καύσωνες άνω των 40-42°C). Η πρώτη καλλιέργεια αρώνιας στην Ελλάδα είναι βιολογική και ξεκίνησε πριν από τρία χρόνια στις Σέρρες.

Πλεονεκτήματα: Αντέχει σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες (-25°C). Εχει μεγάλη διάρκεια ζωής (έως 100 έτη) και χαμηλό κόστος καλλιέργειας (τριετή φυτάρια κόστους 2-4 ευρώ). Θεωρείται βιολογική καλλιέργεια καθώς δεν χρειάζονται λιπάνσεις και ραντίσματα. Μπορεί να καλλιεργηθεί σε όλους τους τύπους εδαφών. Δίδονται οικονομικές ενισχύσεις μέσω οργανώσεων παραγωγών φαρμακευτικών και αρωματικών φυτών, του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης και του αναπτυξιακού νόμου.
Μειονεκτήματα: Τα εδάφη πρέπει να αποστραγγίζονται διότι είναι ευαίσθητη στην περίσσεια νερού. Απαιτεί ελάχιστο κλάδεμα, χρειάζεται άρδευση και κινδυνεύει μόνο από τα πουλιά.

Μανιτάρια: Για φαγητό και φάρμακα

Τα μανιτάρια έχουν ιδιαίτερη διατροφική αξία, καθώς περιέχουν μεγάλο ποσοστό νερού, φυτικές ίνες, ελάχιστα λίπη, λίγα σάκχαρα, πρωτεΐνες, μεταλλικά άλατα και ιχνοστοιχεία, βιταμίνες και ένζυμα. Η καλλιέργεια των πλευρώτους είναι ευκολότερη από εκείνη του λευκού μανιταριού, διότι η διαδικασία δημιουργίας του απαραίτητου υποστρώματος στο έδαφος είναι απλούστερη και η κατασκευή των θαλάμων καλλιέργειας έχει μικρότερο κόστος.
Η καλλιέργεια Shiitake, του πιο ευρέως καλλιεργούμενου φαρμακευτικού μανιταριού, γίνεται σε κορμούς οξιάς. Αποτελεί όμως μια εξαιρετικά χρονοβόρα διαδικασία, η οποία διαρκεί περίπου δύο χρόνια.
Πλεονεκτήματα: Είναι προωθούμενη καλλιέργεια και υπάρχει δυνατότητα οικονομικών ενισχύσεων, εξασφαλίζει ικανοποιητικό εισόδημα, τα μανιτάρια δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα διάθεσης, ενώ αξιοποιούνται μικρά αγροτεμάχια.
Μειονεκτήματα: Ελάχιστος χρόνος συντήρησης του νωπού προϊόντος, υψηλό κόστος κατασκευής εγκαταστάσεων και μηχανολογικού εξοπλισμού, μεγάλη ευαισθησία σε ασθένειες.

Διαβάστε εδώ ολόκληρο το άρθρο της Μάχης Τράτσα, στο tovima.gr.

Δευτέρα 2 Απριλίου 2012

Οι Κινέζοι προτιμούν τα ελληνικά ελαιοκομικά προϊόντα


Την 3η θέση στον κατάλογο με τις χώρες που εξάγουν παρθένο ελαιόλαδο στην Κίνα συμπεριλαμβάνεται η χώρα μας, σε σύνολο μόλις οκτώ κρατών σε παγκόσμιο επίπεδο που στέλνουν προϊόν στην αχανή αυτή αγορά. Αυτό προκύπτει από έρευνα αγοράς για το ελαιόλαδο και τις ελιές, που πραγματοποίησε το Γραφείο Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων της Πρεσβείας μας στο Πεκίνο.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 3η θέση, αποσπώντας μερίδιο 23%, ενώ μόλις τρεις χώρες πραγματοποιούν το 95% των εισαγωγών. Η μέση τιμή του ελληνικού μη παρθένου ελαιολάδου κυμαίνεται περίπου στο 60% της τιμής του παρθένου (2,94 δολάρια το κιλό).

Σύμφωνα με την έρευνα, το ελαιόλαδο αποτελεί ένα σχετικά νέο και άγνωστο διατροφικό προϊόν για τους Κινέζους καταναλωτές, ενώ το μερίδιο κατανάλωσής του σε σχέση με τα υπόλοιπα βρώσιμα φυτικά έλαια είναι πολύ μικρό, λόγω της αναλογικά υψηλής τιμής του, του επικρατούντος διατροφικού προτύπου αλλά και της μη εξοικείωσης των καταναλωτών με τις ευεργετικές του ιδιότητες. Αντίθετα, είναι ευρύτερα γνωστό ως φαρμακευτικό προϊόν και καλλυντικό.

«Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου ενός σημαντικού κομματιού της κινεζικής κοινωνίας ευνοεί την αύξηση της κατανάλωσης ελαιολάδου, παρά τη σημαντική διαφορά τιμής, ως μια πιο υγιεινή εναλλακτική στα άλλα εδώδιμα έλαια. Η αύξηση αυτή αντανακλάται τόσο σε επίπεδο εισαγωγών ελαιολάδου, όσο και στις προσπάθειες, εκ μέρους της Λ.Δ. Κίνας, εξεύρεσης κατάλληλων εδαφών για εγχώρια παραγωγή.

Το ελληνικό ελαιόλαδο αποσπά ένα σημαντικό μερίδιο των εισαγωγών, σε μια αγορά ολιγοπωλιακή, ως προς τον αριθμό των προμηθευτριών χωρών. Οι προοπτικές που διανοίγονται είναι αναμφίβολα θετικές, παρότι θα πρέπει να επισημανθεί ότι στο βραχυμεσοπρόθεσμο διάστημα τα ελαιοκομικά προϊόντα θα παραμείνουν μια εξειδικευμένη αγορά) για καταναλωτές με υψηλό εισόδημα και καταναλωτική συμπεριφορά που λαμβάνει υπόψη τους κανόνες της υγιεινής διατροφής», επισημαίνεται στην έρευνα.

Γενικά χαρακτηριστικά αγοράς

Η οικονομία της Λ.Δ. Κίνας αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια ετησίως με ρυθμό ανάπτυξης πέριξ του 10%.

Η ταχεία ανάπτυξή της είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών της και τη δημιουργία μιας ευάριθμης ανώτερης εισοδηματικά τάξης, που έχει υιοθετήσει καταναλωτικά πρότυπα συμπεριφοράς ανεπτυγμένων οικονομιών και διαθέτει μεγάλος μέρος του εισοδήματος της σε εισαγόμενα προϊόντα, που θεωρούνται υψηλότερης ποιότητας, σε σχέση με τα εγχώρια.

Εξάλλου, η ηγεσία της Λ.Δ. Κίνας έχει θέσει ως κεντρικό στόχο του επόμενου πενταετούς οικονομικού πλάνου ανάπτυξης την ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης και την εξισορρόπηση του εμπορικού της ισοζυγίου με την ταχύτερη άνοδο των εισαγωγών, σε σχέση με τις εξαγωγές της.

Η αγορά βρώσιμων φυτικών ελαίων περιλαμβάνει κυρίως σογιέλαιο, φοινικέλαιο, ηλιέλαιο, σπορέλαιο, αραβοσιτέλαιο, αραχιδέλαιο, γογγυλέλαιο ή έλαιο ελαιοκράμβης, ενώ ένα πολύ μικρό κομμάτι της κατανάλωσης καταλαμβάνει το ελαιόλαδο.

Η εγχώρια παραγωγή δεν επαρκεί για να καλύψει τις αυξανόμενες διατροφικές ανάγκες του πληθυσμού, με αποτέλεσμα την εισαγωγή μεγάλων ποσοτήτων φυτικών ελαίων από χώρες της Ν.Α. Ασίας (Μαλαισία Ινδονησία).

Oκτώ χώρες πραγματοποιούν σχεδόν το σύνολο των εξαγωγών παρθένου ελαιολάδου προς τη Λ.Δ. Κίνας, ενώ η Ελλάδα καταλαμβάνει την 3η θέση σε αξία, με μέση τιμή 4,80$/kg, υψηλότερη της συνολικής μέσης τιμής (4,13$/kg).

Η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 3η θέση με μερίδιο 23%, ενώ μόλις τρεις χώρες πραγματοποιούν το 95% των εισαγωγών. Η μέση τιμή του ελληνικού μη παρθένου ελαιολάδου κυμαίνεται περίπου στο 60% της τιμής του παρθένου (2,94$/kg).

Η Ελλάδα καταλαμβάνει την 3η θέση, τόσο σε όγκο όσο και σε αξία, εξάγοντας το 2010 1.745 τόνους, αξίας 7,05 εκ. $. Η συνολική τιμή για το ελληνικό ελαιόλαδο είναι υψηλότερη των ανταγωνιστών της, λόγω της σημαντικής μείωσης, μέσα στο 2010, του όγκου μη παρθένου ελαιολάδου που εξήγαγε στη Λ.Δ. Κίνας, καθώς και της αναλογικά υψηλής τιμής για το ελληνικό παρθένο ελαιόλαδο.

Ελιές

Οι ελιές ανήκουν στην κατηγορία των συνοδευτικών του φαγητού, ενός τομέα με προοπτικές στη Λ.Δ. Κίνας, αλλά και με ισχυρή παρουσία της εγχώριας παραγωγής.

Όπως και στην περίπτωση του ελαιολάδου, οι ελιές θεωρούνται ακόμα ως ένα γευστικά «εξωτικό» έδεσμα που απαντάται συνήθως σε εστιατόρια μεσογειακής κουζίνας και στα σημεία των σούπερμάρκετ.

“Οι εισαγωγές ελιών παρουσιάζουν αυξητική τάση, αλλά σε μικρότερο βαθμό σε σχέση με το ελαιόλαδο, που οφείλεται κυρίως στην αναλογικά χαμηλότερη κατανάλωση και την κάλυψη μεγάλου μέρους της από την εγχώρια παραγωγή.

Οι ελιές διακρίνονται, από δασμολογικής απόψεως, σε 3 κατηγορίες: ελιές προσωρινά διατηρημένες που δεν προορίζονται για άμεση κατανάλωση, τουρσιά από ελιές διατηρημένα σε ζάχαρη, ελιές διατηρημένες όχι σε ξίδι ή οξικό οξύ.


Κανάλια διανομής

Η αγορά είναι, προς το παρόν, περιορισμένη και εντοπίζεται στις μεγάλες πόλεις. Τα κανάλια διανομής είναι κατατμημένα σε εισαγωγείς μικρού μεγέθους και περιορισμένης γεωγραφικής εμβέλειας.

Εξάλλου, είναι διαδεδομένη πρακτική η χρησιμοποίηση από την ίδια εταιρεία διαφορετικών διανομέων σε κάθε πόλη.

Επίσης, δεδομένου του μικρού μεγέθους της αγοράς ελαιολάδου, η εισαγωγή και διανομή του χαρακτηρίζεται από ευμετάβλητες συνθήκες εισόδου και εξόδου των εμπλεκόμενων στην αγορά, χαρακτηριστικό που συνεπάγεται αυξημένο κίνδυνο για τους εξαγωγείς, οι οποίοι θα πρέπει να επιλέγουν συνεργάτες κατόπιν ενδελεχούς ελέγχου.

Εκτός των εστιατορίων με μεσογειακή κουζίνα (κυρίως ιταλικά και ισπανικά) και των υψηλής στάθμης ξενοδοχείων που χρησιμοποιούν ελαιόλαδο, το κύριο σημείο πώλησης ελαιολάδου αποτελούν τα σουπερμάρκετ.

Σε μια κατακερματισμένη αγορά λιανικής, η ύπαρξη διεθνών αλυσίδων διευκολύνει την πρόσβαση μόνο στις μεγάλες εταιρίες του κλάδου, που έχουν τη δυνατότητα να καλύψουν τις αυξημένες απαιτήσεις (ελάχιστες ποσότητες, ενώ τα μικρότερα σούπερ μάρκετ που απευθύνονται σε εκπατρισμένους έχουν περιορισμένο καταναλωτικό κοινό. Τα κινεζικά σουπερμάρκετ, εξάλλου, διαθέτουν περιορισμένο αριθμό εισαγόμενων προϊόντων και συχνά καθόλου ελαιόλαδο στα ράφια τους.

Τέλος, ένα σημαντικό κανάλι για το ελαιόλαδο αποτελεί το επιχειρηματικό δώρο.

πηγή: paseges.gr

Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

Οι επιτραπέζιες ελιές «πρωταθλήτριες» των ελληνικών προϊόντων που εξάγονται στις ΗΠΑ



Οι επιτραπέζιες ελιές της χώρας μας βρίσκονται στην πρώτη θέση του πίνακα των ελληνικών προϊόντων που εξήχθησαν το 2011 στις ΗΠΑ. Οι ποσότητες κατέγραψαν αύξηση κατά 13,7% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Η συνολική αξία τους έφτασε στα 99,65 εκ. δολάρια. Αυτό αναφέρουν τα στατιστικά στοιχεία του 2011, τα οποία πρόσφατα δημοσιοποιήθηκαν από το Υπουργείο Εμπορίου και τη Στατιστική Υπηρεσία των ΗΠΑ και επεξεργάστηκε το γραφείο οικονομικών και εμπορικών υποθέσεων του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη. 
Γενικότερα οι ελληνικές εξαγωγές στις ΗΠΑ, καταγράφουν το 2011 άνοδο κατά 8,3%, υπερκαλύπτοντας τις απώλειες που υπέστησαν την διετία 2009-10. Συγκεκριμένα, η αξία των εξαγωγών μας το 2011 ανήλθε σε 864,7 εκ. δολάρια περίπου, έναντι 797,5 εκ. το 2010 και 840,5 εκ. το 2009. Επίσης ενδιαφέρον είναι ότι οι ελληνικές εξαγωγές είναι σημαντικά υψηλότερες σχεδόν κάθε μήνα του 2011 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο του 2010.

Αμερικάνικη αγορά επιτραπέζιων ελιών

Το εμπορικό ισοζύγιο των ΗΠΑ σε ότι αφορά τις επιτραπέζιες ελιές είναι έντονα ελλειμματικό. Επίσης το μέγεθος της αγοράς των ΗΠΑ αυξάνεται, καθώς διευρύνεται το ενδιαφέρον του καταναλωτικού κοινού για τα οφέλη της μεσογειακής διατροφής, στην οποία πρωταγωνιστικό ρόλο έχει η ελιά. Η κατανάλωση της επιτραπέζιας ελιάς ακολουθεί αυξητική πορεία. Ο Αμερικάνος καταναλωτής έχει συνδέσει την επιτραπέζια ελιά με γευστικούς συνδυασμούς και όχι με αυτόνομη κατανάλωση. 
Κυρίαρχο προϊόν στην αμερικάνικη αγορά είναι η μαύρη ώριμη ελιά (black ripe olive), με τη σχετική αγορά να μοιράζεται μεταξύ της εγχώριας (56%) και της εισαγόμενης (44%) παραγωγής. Το μερίδιο αγοράς της χώρας μας στις ΗΠΑ διατηρείται διαχρονικά σταθερό, γύρω στο 20%, ενώ η αξία των εξαγωγών μας ακολουθεί αυξητική πορεία. Πάντως στα καταστήματα εστίασης η αγορά χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία της Ισπανίας και του Μαρόκου, χώρες από τις οποίες εισάγονται πολύ μεγάλες ποσότητες τεμαχισμένης μαύρης ελιάς (ροδέλες) για χρήση σε pizza, fast food και salad bars. Μεγάλη άνοδο παρουσιάζουν και οι εισαγωγές ελιών από την Τουρκία, Αίγυπτο και της Αργεντινή. Οι χώρες αυτές έχουν κατακτήσει σημαντικό μερίδιο αγοράς, γιατί έχουν κατορθώσει να πωλούν σε τιμή ανά συσκευασία σημαντικά χαμηλότερη από τους Αμερικανούς παραγωγούς, αν και η παραγωγή τους υπολείπεται ποιοτικά της αμερικάνικης.

Ελληνικές εξαγωγές

Το 2011, για πρώτη φορά, η Ελλάδα σημείωσε εμπορικό πλεόνασμα έναντι των ΗΠΑ για τέσσερις μήνες, ενώ το διμερές εμπορικό ισοζύγιο παρέμεινε ελλειμματικό, αν και το σχετικό έλλειμμα περιορίστηκε σημαντικά, κατά το εν τρίτο σχεδόν, κλείνοντας στα 218,7 εκ. δολ. έναντι 310,2 εκ. το 2010. Η πτώση αυτή αποδίδεται κυρίως στη σημαντική αύξηση των ελληνικών εξαγωγών και κατά δεύτερο λόγο στη μείωση των εισαγωγών αμερικανικών προϊόντων στη χώρα μας, καθώς αυτή περιορίστηκε κατά μόλις 2,3% (1,083 δις έναντι 1,108 δις το 2010). 
Μετά τις ελιές, τα αγροτικά προϊόντα που ακολουθούν στη λίστα των εξαγωγών προς ΗΠΑ είναι τα φρέσκα ή σε απλή ψύξη ψάρια (κυρίως λαβράκι και τσιπούρα), με αξία 24,87 εκ δολάρια, που σημείωσαν άνοδο κατά 49,2% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, τα ελληνικά τυριά, με 22,9 εκ. δολάρια (άνοδος 9%), οι κονσέρβες ροδάκινων με αξία 19 εκ. (άνοδος 6%) και το παρθένο ελαιόλαδο με αξία 17,4 εκ. (άνοδος 2,5%).

πηγη: agrotypos.gr

Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012

Η Ελληνική φέτα




Η φέτα είναι είδος τυριού στην άλμη, τις ρίζες της οποίας τις βρίσκουμε χιλιάδες χρόνια πριν στην Αρχαία Ελλάδα. Παρασκευάζεται αποκλειστικά από γάλα προβάτου ή αιγοπρόβειο, δηλαδή μίγμα με έως 30% γάλα κατσίκας. Η γεύση της φέτας είναι αλμυρή και αποθηκεύεται σε υγρό άλμης ή ξινόγαλου για περίπου 3 μήνες. Από τη στιγμή που απομακρυνθεί από την άλμη, η φέτα χάνει όλα τα υγρά της και γίνεται πιο συμπαγής. Η φέτα έχει άσπρο χρώμα ενώ αποθηκεύεται συνήθως σε μεγάλα τετράγωνα κομμάτια. Η ποικιλία αλλάζει ανάλογα και με την σκληρότητα του τυριού. Έτσι λοιπόν μπορούμε να την βρούμε από σκληρή έως και πολύ μαλακή μορφή. Αναλόγως διαφέρει και η γεύση. Τολίπος που περιέχεται κυμαίνεται από 30% έως 60%, ενώ ο μέσος όρος είναι γύρω στο 45%.


Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης 
Η φέτα έχει κατοχυρωθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως προστατευόμενη ονομασία προέλευσης (Π.Ο.Π.). Αυτό σημαίνει ότι το όνομα «Φέτα» δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε τυριά παρόμοιας σύστασης που παρασκευάζονται εκτός Ελλάδος και με άλλη διαδικασία από την παραδοσιακή. Θεσπίστηκε από την Ε.Ε. για την προστασία των προϊόντων τοπικής προέλευσης και τέθηκε σε ισχύ το 1996. Η καταχώριση της φέτας στον κατάλογο των προϊόντων Π.Ο.Π. προκάλεσε πολλές αντιδράσεις από χώρες που παρήγαν ως τότε μεγάλες ποσότητες φέτας, όπως η Δανία, η Γαλλία και η Γερμανία. Η καταχώριση ακυρώθηκε από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το Μάρτιο του 1999 (συνεκδ. υποθέσεις C-289/96, C‑293/96 και C‑299/96). Η Επιτροπή διεξήγαγε εκ νέου αναλυτική έρευνα, από την οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η φέτα οφείλει να προστατευτεί ως ονομασία προέλευσης. Τον Οκτώβριο του 2002 με νέο Κανονισμό καταχωρίστηκε και πάλι η φέτα στον κατάλογο των προϊόντων Π.Ο.Π. κατά το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Νέα προσφυγή της Δανίας και της Γερμανίας κατά του Κανονισμού αυτού απορρίφθηκε τελικά από το ΔΕΚ το 2005 (συνεκδ. υποθέσεις C-465/02 και C-466/02).


Περιοχές παραγωγής 
Περιοχές παραγωγής φέτας θεωρούνται οι: Μακεδονία, Θράκη, Ήπειρος, Θεσσαλία, Στερεά Ελλάδα, Πελοπόννησος και η νήσος Λέσβος (Μυτιλήνη). [1] Επίσημες προσπάθειες έχουν γίνει για την ένταξη και άλλων περιοχών όπως η Κρήτη. [2]
Ιστορία
Αναζητώντας την προέλευση στην αρχαία Ελλάδα, παρατηρούμε ότι έχουμε τις πρώτες αναφορές από τον Όμηρο στην Οδύσσεια και πιο συγκεκριμένα στον περίφημο μύθο τουκύκλωπα Πολύφημου. Ο μύθος λέει ότι ο Πολύφημος ήταν ο πρώτος κατασκευαστής φέτας και γενικά των τυριών. Κουβαλώντας το γάλα από τα πρόβατα κάθε μέρα σε προβιές ζώων διαπίστωσε προς μεγάλη του έκπληξη ότι μετά από μερικές μέρες το γάλα έπηζε και γινόταν στερεό, φαγώσιμο και εύκολα αποθηκεύσιμο.
Παρόμοια τυριά απαντούν σε όλη τη Βαλκανική. Μέχρι την πρόσφατη κατοχύρωσή της παρασκευαζόταν με αυτήν την ονομασία και σε άλλες χώρες, ενώ ευρέως διαδεδομένη ήταν και η φέτα από αγελαδινό γάλα. Από την κατοχύρωσή της όμως ως Π.Ο.Π. δεν επιτρέπεται τυρί που περιέχει αγελαδινό γάλα και δεν έχει παρασκευαστεί στην Ελλάδα να ονομάζεται φέτα. Στην Κύπρο εισήχθη η συνταγή από την Ελλάδα και είναι τεκμηριωμένη η παραγωγή και η εξαγωγή φέτας ήδη από το 1904, ωστόσο μετά την κατοχύρωσή της στην Ελλάδα οι τυροπαραγωγοί αναγκάστηκαν να τη μετονομάσουν. Οι περισσότεροι παραγωγοί υιοθέτησαν επίσημα τον όρο «λευκό τυρί», ενώ οι καταναλωτές δεν έπαυσαν να την ονομάζουν «φέτα» στην καθημερινότητά τους.


Όνομα
Πιστεύεται ότι το βυζαντινό όνομα της φέτας ήταν "πρόσφατος" (δηλ. τυρός). Το όνομα φέτα είναι ιταλικής προέλευσης (, όπως άλλωστε προφέρεται και στην κυπριακή Διάλεκτο.


Χρήση
Η χρήση της φέτας είναι ευρέως γνωστή σε όλο τον κόσμο ως κύριο συστατικό της χωριάτικης σαλάτας. Εκτός από την χωριάτικη σαλάτα είναι κύριο συστατικό της τυρόπιτας, καθώς και πολλών άλλων εδεσμάτων που συνοδεύουν την Ελληνική κουζίνα. Από πολλούς έχει συνδεθεί κύρια με την μεσογειακή κουζίνα και αποτελεί ορόσημό της σε όλο τον κόσμο.


πηγή: Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια