Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2010
Έρευνα αγοράς για τα ελληνικά παραδοσιακά τρόφιμα και ποτά
Σημαντικά ευρήματα προέκυψαν από έρευνα, που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη, στη συμπεριφορά του σύγχρονου Έλληνα καταναλωτή απέναντι στα ελληνικά παραδοσιακά τρόφιμα και ποτά, στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος της Αγροτικής Οικονομίας, της Γεωπονικής Σχολής του Α.Π.Θ.
Περίπου οι μισοί περίπου από τους ερωτώμενους (48,8%) απάντησαν, ότι συχνά καταναλώνουν παραδοσιακά τρόφιμα και ποτά, το 29,5% ότι τα καταναλώνουν περιστασιακά, το 16,9% ότι τα καταναλώνουν πολύ συχνά, το 4,3% των ερωτηθέντων τα καταναλώνουν σπάνια, ενώ μόνο το 0,5% δεν καταναλώνουν ποτέ παραδοσιακά τρόφιμα και ποτά. Αναφορικά με τα διάφορα είδη των παραδοσιακών τροφίμων και ποτών, τα δημοφιλέστερα στην κατανάλωση είναι το γιαούρτι, το μέλι, τα τοπικά τυριά, οι μαρμελάδες, τα γλυκά κουταλιού, ο τραχανάς, οι χυλοπίτες και το κρασί.
Η πλειονότητα των καταναλωτών αγοράζει παραδοσιακά τρόφιμα και ποτά, κυρίως γιατί θεωρεί ότι είναι φτιαγμένα με αγνά υλικά χωρίς χημικά πρόσθετα, είναι πιο υγιεινά από τα βιομηχανοποιημένα και έχουν ωραία γεύση και άρωμα.
Ο σημαντικότερος λόγος, για τον οποίο τα μικρό ποσοστό του δείγματος δεν αγοράζει παραδοσιακά τρόφιμα και ποτά είναι το γεγονός ότι τα φτιάχνουν μόνοι τους, ενώ δεύτερο σημαντικό εμπόδιο στην αγορά τους είναι, το ότι δεν τα βρίσκουν εύκολα στην αγορά.
Αναφορικά με τον τόπο αγοράς των παραδοσιακών τροφίμων και ποτών η πλειονότητα των καταναλωτών προτιμά να τα προμηθεύεται από το σούπερ μάρκετ της γειτονιάς, από ειδικά καταστήματα πώλησης παραδοσιακών τροφίμων και ποτών και από τη λαϊκή αγορά.
Οι περισσότεροι καταναλωτές (87%), κατά την επίσκεψή τους στους τόπους παραγωγής των παραδοσιακών τροφίμων και ποτών θα αγοράσουν οπωσδήποτε κάποια παραδοσιακά τρόφιμα και ποτά, διότι κατά κύριο λόγο είναι τοπικά και φτιαγμένα με τοπικές πρώτες ύλες και συνταγές.
Σχεδόν οι μισοί καταναλωτές του δείγματος φαίνεται ότι φτιάχνουν μόνοι τους κάποια από τα παραδοσιακά τρόφιμα και ποτά.
Το 82% των καταναλωτών προτιμά τα συσκευασμένα παραδοσιακά τρόφιμα και ποτά. Το 58% διαβάζει πολύ συχνά τις πληροφορίες που αναγράφονται στην ετικέτα των συσκευασμένων παραδοσιακών τροφίμων και ποτών, και ενδιαφέρεται να μάθει κυρίως για την ημερομηνία λήξης, τα συστατικά και τον τόπο προέλευσής τους.
Όσον αφορά στις τιμές των παραδοσιακών τροφίμων και ποτών το 49% τις βρίσκει υψηλές, αλλά οι περισσότεροι δήλωσαν ότι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν επιπλέον για την αγορά των παραδοσιακών τροφίμων και ποτών με τιμή προσαυξημένη έως 10% συγκριτικά με αυτή των βιομηχανοποιημένων τροφίμων και ποτών.
Το 52% των καταναλωτών δε θεωρεί ικανοποιητική την διάθεση των παραδοσιακών τροφίμων και ποτών.
Σχετικά με την ενημέρωση των καταναλωτών για τα παραδοσιακά τρόφιμα και ποτά, η πλειονότητα των καταναλωτών (76%) δήλωσε ότι δεν είναι ικανοποιημένοι από την ενημέρωσή τους. Οι περισσότεροι καταναλωτές έχουν ενημερωθεί για την κατηγορία αυτή των τροφίμων κυρίως από συγγενείς και φίλους, από τα περιοδικά και από την τηλεόραση. Για καλύτερη ενημέρωσή τους θεωρούν ότι το Κράτος θα πρέπει να στηρίξει οικονομικά τους γυναικείους συνεταιρισμούς, για μεγαλύτερη προβολή τους ώστε να μπορέσουν να προβληθούν και να υπάρχουν περισσότερες ενημερωτικές εκπομπές στην τηλεόραση.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το προφίλ του καταναλωτή των παραδοσιακών τροφίμων και ποτών μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι το ακόλουθο: καταναλωτής ηλικίας άνω των 41 ετών, έγγαμος με περισσότερα από 2 ενήλικα μέλη στο νοικοκυριό του και σχετικά υψηλό εισόδημα (2500-3000).
Επιπλέον, παρατηρήθηκε ότι η κατανάλωση των παραδοσιακών τροφίμων και ποτών εξαρτάται πρωτίστως από την περιοχή στην οποία διαμένουν οι καταναλωτές (30%), από το μηνιαίο οικογενειακό τους εισόδημα (26%) και από τον αριθμό των ενήλικων μελών του νοικοκυριού τους (21%).
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης, με προσωπικές συνεντεύξεις και συμπληρώθηκαν 414 έγκυρα ερωτηματολόγια, από τον Ιανουάριο του 2009 έως τον Απρίλιο του 2009, από άνδρες, γυναίκες, νέους και ηλικιωμένους, ανθρώπους από όλες τις κοινωνικές τάξεις, με διαφορετικό μορφωτικό επίπεδο και διαφορετικά κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από την μεταπτυχιακή φοιτήτρια Ελισσάβετ Ζαργκλή και την Αν. Καθηγήτρια του Τομέα Αγροτικής Οικονομίας, της Γεωπονικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου, Ειρήνη Τζίμητρα – Καλογιάννη.
Να σημειωθεί ότι ο όρος «παραδοσιακά τρόφιμα» αναφέρεται σε τρόφιμα φτιαγμένα από ιδιαίτερες πρώτες ύλες, με μια συνταγή γνωστή για μεγάλο χρονικό διάστημα και /ή με μια συγκεκριμένη διαδικασία. Τα παραδοσιακά τρόφιμα συσχετίζονται, επίσης, συχνά με τα τοπικά και τα χειροποίητα τρόφιμα που αναφέρονται στα συγκεκριμένα συστατικά, τον τόπο παραγωγής και την τεχνογνωσία.
Ως παραδοσιακά ορίζονται τα τρόφιμα που έχουν αποδεδειγμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τα κάνουν να ξεχωρίζουν από άλλα παρόμοια προϊόντα της ίδιας κατηγορίας όσον αφορά στη χρήση παραδοσιακών συστατικών (πρώτη ύλη ή πρωτογενή προϊόντα) ή την παραδοσιακή σύσταση ή τον παραδοσιακό τρόπο παραγωγής ή/και μεταποίησης τους.
Διακρίνονται σε α) Παραδοσιακά προϊόντα δημητριακών (τραχανάς, χυλοπίτες, κουσκούσι, περέκ κ.ά.),
β) Παραδοσιακά προϊόντα κρέατος (χωριάτικα λουκάνικα, καβουρμάς, παστουρμάς κ.ά.),
γ) Παραδοσιακά προϊόντα λαχανικών και φρούτων (κομπόστες, μαρμελάδες, γλυκά κουταλιού, τουρσιά κ.ά.),
δ) Άλλα παραδοσιακά τρόφιμα (παστέλι, λουκούμια, αμυγδαλωτά, μουστοκούλουρο κ.ά.) και
ε) Παραδοσιακά ποτά (λικέρ, κρασί, τσίπουρο, τσικουδιά).
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου